Μπάρες με βρώμη και αμύγδαλα
Μπορούμε πολύ εύκολα να φτιάξουμε στο σπίτι μπάρες βρώμης που δεν χρειάζονται ψήσιμο.
Η συνταγή μπορεί να μην περιέχει κρυσταλλική ζάχαρη, αλλά περιέχει μέλι, το οποίο ανήκει στα ελεύθερα σάκχαρα όπως και η κρυσταλλική ζάχαρη (είτε είναι λευκή, είτε καστανή)!
Τι θα χρειαστείτε:
1 φλιτζάνι (220 γρ) χουρμάδες
1/4 φλιτζ. (80 γρ) μέλι
1/4 φλιτζ. (60 γρ) φυστικοβούτυρο
1 φλιτζ. (110 γρ) αμύγδαλα κομμένα σε μεγάλα κομμάτια
1 1/2 φλιτζ. (130 γρ) βρώμη
Εκτέλεση:
- Πολοτοποιήστε τους χουρμάδες στο μπλέντερ.
- Βάλτε σε ένα μπολ τη βρώμη, τα αμύγδαλα και τους πολτοποιημένους χουρμάδες.
- Ζεστάνετε το μέλι και το φυστικοβούτυρο και αναμείξτε τα μεταξύ τους.
- Ρίξτε το μείγμα στο μπολ με τα υπόλοιπα υλικά και ανακέτεψτε καλά.
- Βάλτε σε ένα σκεύος 20x20 εκατοστά αντικολλητικό χαρτί
- Μεταφέρετε το μείγμα στο σκεύος και πιέστε το να καλύψει το σκεύος
- Καλύψτε με μια διαφανή μεμβράνη και βάλτε το στο ψυγείο για 15-20 λεπτά.
- Κόψτε σε 10 κομμάτια-μπάρες και κρατήστε τις σε ένα αεροστεγές τάπερ ή στο ψυγείο.
Η συνταγή (και η εικόνα) προέρχεται από το Minimalist Baker (http://minimalistbaker.com/healthy-5-ingredient-granola-bars/)
Οι χυμοί προκαλούν καρκίνο;
Πριν λίγες ημέρες δημοσιεύτηκαν τα αποτελέσματα μιας επιστημονικής μελέτης, αναφορικά με την επίδραση της κατανάλωσης ροφημάτων με ζάχαρη (ροδήματα με άνω του 5% ελεύθερα σάκχαρα) και χυμούς στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Σε εφημερίδες και μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν άργησαν να εμφανιστούν τίτλοι που ανέφεραν ότι οι χυμοί και τα αναψυκτικά προκαλούν καρκίνο!
Τι έδειξε, όμως, η μελέτη;
Καταρχάς θα πρέπει να επισημανθεί ότι η μελέτη ήταν μια προοπτική μελέτη παρατήρησης. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα τύπου αίτιο-αιτιατό, δηλαδή δεν μπορούμε να πούμε ότι το Χ προκαλεί ή δεν προκαλεί το Ψ, αλλά μόνο να δούμε αν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ τους.
Τα αποτελέσματα της μελέτης ήταν ότι η κατανάλωση ροφημάτων με ζάχαρη σχετίζεται με 18% υψηλότερο κίνδυνο για καρκίνο, και 22% υψηλότερο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού. Η κατανάλωση ροφημάτων με γλυκαντικά δεν σχετίστηκε με τον κίνδυνο για καρκίνο, ενώ η κατανάλωση 100% φυσικών χυμών σχετίστηκε με 12% υψηλότερο κίνδυνο για καρκίνο. Αν και ακούγεται μεγάλη η αύξηση του κινδύνου, πρόκειται για σχετικό κίνδυνο. Δηλαδή, αν έχει κάποιος 1% πιθανότητα για ανάπτυξη καρκίνου, άτομα που καταναλώνουν 100% φυσικών χυμών έχουν 1,12% πιθανότητα.
Επειδή, όμως, όπως προαναφέρθηκε η συσχέτιση δεν σημαίνει και αιτία, θα πρέπει να εξετάσουμε το γιατί βρέθηκε αυτή η συσχέτιση. Το σύνολο της βιβλιογραφίας μέχρι τώρα δεν έχει υποδείξει αιτιώδη συσχέτιση μεταξύ ροφημάτων με ζάχαρη και καρκίνου. Η αυξημένη κατανάλωση ροφημάτων με ζάχαρη σχετίζεται με το αυξημένο σωματικό βάρος, το οποίο σχετίζεται με τον υψηλότερο κίνδυνο για εμφάνιση καρκίνου.
Επίσης, αναλυση των αποτελεσμάτων της μελέτης υπέδειξε ότι σε σχέση με τα άτομα που είχαν χαμηλή πρόσληψη ροφημάτων με ζάχαρη, τα άτομα που κατανάλωναν υψηλές ποσότητες, ροφημάτων με ζάχαρη προσλάμβαναν υψηλότερες θερμίδες, υδατάνθρακες, λιπαρά και αλάτι, ενώ κάπνιζαν και περισσότερο. Οι πληροφορίες αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικές, καθώς οι διατροφικές συνήθειες αποτελούν σύμπλεγμα συμπεριφορών και συνηθειών, και η μεμονωμένη ανάλυσή τους δεν οδηγεί σε σαφή συμπεράσματα. Ειδικά το κάπνισμα αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για καρκίνο, ενώ η χαμηλότερη ποιότητα διατροφής σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, όπως υποδεικνύουν και άλλες μελέτες παρατήρησης.
Οι άνθρωποι υπερκαταναλώνουμε τα ελεύθερα σάκχαρα (μέλι, ζαχαρη, σιρόπια, περιμέζι κ.α.) μέσω της κατανάλωσης ροφημάτων, γλυκισμάτων, δημητριακών πρωινού και σνακ. Ο Π.Ο.Υ. συστήνει τη μείωση της κατανάλωσης των ελευθέρων σακχάρων στο 5% της ημερήσιας ενεργειακής πρόσληψης, δηλαδή περί τα 25-30 γραμμάρια ελευθέρων σακχάρων ημερησίως.
Συνεπώς, σαφώς η υπερκατανάλωση ροφημάτων με ζάχαρη μπορεί να έχει αρνητική επίδραση στην υγεία μακροπρόθεσμα, και σχετίζεται με χαμηλή ποιότητα διατροφής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η χαμηλή κατανάλωσή τους, στα πλαίσια μιας ισορροπημένης διατροφής θα είναι επιβαρυντική για την υγεία!
Για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου συστήνεται μια ισορροπημένη διατροφή στα πλαίσια της Μεσογειακής διατροφής και τακτική άσκηση, ενώ φυσικά σημαντική είναι και η πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, για πρόληψη και εγκαιρη διάγνωση!
Πηγή: Sugary drink consumption and risk of cancer: results from NutriNet-Santé prospective cohort
Ελαιόλαδο ή εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο;
Ελαιόλαδο ή εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο;
Στην καθημερινότητα μπορεί να αναφερόμαστε στο ελαιόλαδο που χρησιμοποιούμε απλώς ως “ελαιόλαδο”, εφόσον είναι το έλαιο της ελιάς. Στην βιομηχανία τροφίμων όμως, και σύμφωνα με τη νομοθεσία το ελαιόλαδο δεν είναι αυτό που νομίζουμε και αυτό που έχουμε συνιθίσει.
Αναφορικά με το έλαιο της ελιάς διακρίνουμε τρεις κατηγορίες. Το “εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο”, το “παρθένο ελαιόλαδο” και το “ελαιόλαδο”. Τα τρία διαφορετικά αυτά έλαια διαφέρουν στην τιμή, την γεύση, το χρώμα, και τα οργανοληπτικά τους χαρακτηριστικά, και τα αντιοξειδωτικά. Το έλαιο που συνήθως χρησιμοποιούμε στο σπίτι, ως νησί ελαιοπαραγωγών είναι το “εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο”.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη νομοθεσία το “εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο” είναι το έλαιο της ελιάς, το οποίο λαμβάνεται μέσω μηχανικών μεθόδων (ψυχρή εκχύλιση) ή άλλων φυσικών επεξεργασιών που δεν επιφέρουν αλλοίωση του ελαίου (πλύση και έκθλιψη ελαιοκάρπου, μετάγγιση, φυγοκέντρηση και διήθηση ελαίου), και έχει οξύτητα μικρότερη του 0,8%. Το “παρθένο ελαιόλαδο” λαμβάνεται μέσω των παραπάνω μεθόδων και έχει οξύτητα μικρότερη του 2%, ενώ το “ελαιόλαδο” είναι μείγμα εξευγενισμένου ελαιολάδου (βλ. παρακάτω) και βρώσιμου παρθένου ελαιολάδου με οξύτητα όχι μεγαλύτερη από 1%.
Ας μην ξεχνάμε όμως και το ελαιόλαδο λαμπάντε, το οποίο προέρχεται από ελαιόλαδο, το οποίο λαμβάνεται μέσω μηχανικών μεθόδων (ψυχρή εκχύλιση) ή άλλων φυσικών επεξεργασιών που δεν επιφέρουν αλλοίωση του ελαίου, αλλά έχει οξύτητα μεγαλύτερη του 2% και δεν είναι κατάλληλο προς κατανάλωση, αλλά ύστερα από επεξεργασία μετατρέπεται σε εξευγενισμένο ή ραφιναρισμένο ελαιόλαδο.
Τα παραπάνω έλαια διαφερουν αρκετά στο χρώμα και την οσμή, με τα βέλτιστα χαρακτηριστικά να ανήκουν στο “εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο”, ενώ υπάρχουν και διαφορές στη συγκέντρωση αντιοξειδωτικών και άλλων ευεργετικών για την υγεία ουσιών.
Το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο που είναι πλούσιο σε πολυφαινόλες διαθέτει και ισχυρισμό υγείας, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA - Commission Regulation (EU) 432/2012). Η κατανάλωση πολυφαινολών ελαιολάδου προστατεύει την LDL-χοληστερόλη από την οξείδωση, ύστερα από καθημερινή κατανάλωση 5mg υδροξυτυροσόλης και παραγώγων της (σύμπλεγμα ελευρωπαΐνης και τυροσόλης), τα οποία προέρχονται από 20γρ. ελαιόλαδο. Παράλληλα, το ελαιόλαδο είναι τρόφιμο με «υψηλή περιεκτικότητα σε μονοακόρεστα λιπαρά».
Στο ελαιόλαδο δεν προστίθενται συντηρητικά. Για την βέλτιστη συντήρηση του ελαιολάδου θα πρέπει να φυλάσσεται σε δροσερό, σκιερό μέρος, σε δοχείο με σκούρο χρώμα. Ιδανικά θα πρέπει να καταναλώμεται εντός 18 μηνών.
Κατά το μαγείρεμα καλό είναι να χρησιμοποιείται προς το τέλος, έτσι ώστε να διατηρηθούν οι αντιοξειδωτικές ουσίες που περιέχει. Μάλιστα, χάρη σε αυτές τις αντιοξειδωτικές ουσίες το ελαιόλαδο δεν “καταστρέφεται” εύκολα, καθώς τα αντιοξειδωτικά “θυσιάζονται” για να παραμείνουν τα ακόρεστα λιπαρά του ελαιολάδου αναλοίωτα. Όμως αυτό σημαίνει ότι δεν θα προσφέρουμε στον οργανισμό μας όλα αυτά τα αντιοξειδωτικά αν αφήσουμε για πολλή ώρα το ελαιόλαδο σε υψηλές θερμοκρασίες.
Τέλος, άλλη μια παρανόηση σχετικά με το ελαιόλαδο και άλλα έλαια είναι η θερμιδική πυκνότητά του. Το ελαιόλαδο, όπως και όλα τα άλλα έλαια (πχ. ηλιέλαιο) περιέχουν 9 θερμίδες ανά γραμμάριο. Επομένως, είτε χρησιμοποιήσουμε ελαιόλαδο είτε κάποιο άλλο έλαιο, το θερμιδικό περιεχόμενο παραμένει το ίδιο, αλλά η ποιότητα του ελαιολάδου (ειδικά του “εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου”) είναι σαφώς ανώτερη.
Συνοψίζοντας, στο τρόφιμο ελαιόλαδο έχουμε διάφορες κατηγορίες και ποιότητες. Ας δόσουμε προσοχή στο ελαιόλαδο που αγοράζουμε ή/και παράγουμε, και ας παρατηρήδουμε και τα τρόφιμα (παξιμάδια, κριτσίνια, κ.α.) που αγοράζουμε τα οποία επί το πλείστον χρησιμοποιούν “ελαιόλαδο”.
Πηγές
Κρυφή ζάχαρη: ξέρεις πώς να τη βρεις;
H υπερκατανάλωση ζάχαρης είναι ένας από τους πολλούς παράγοντες που οδηγούν στην αύξηση του σωματικού βάρους και την παχυσαρκία. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συστήνει η κατανάλωση ζάχαρης να μην ξεπερνά το 5% της συνολικής ημερήσιας ενεργειακής πρόσληψης.
Όμως, όταν αναφερόμαστε στη ζάχαρη, δεν εννοούμε μόνο την επιτραπέζια ζάχαρη, αλλά το σύνολο των σακχάρων που προστίθενται σε ένα προϊόν, όπως τη φρουκτόζη, το σιρόπι γλυκόζης, το σιρόπι αγαύης/μαύρου ρυζιού, τη ζάχαρη καρύδας αλλά και τα σάκχαρα που περιέχονται στους χυμούς και το μέλι!
Αυτή η λεπτομέρεια πολλές φορές παραγκωνίζεται και έτσι βλέπουμε προϊόντα τα οποία περιέχουν ζάχαρη σε μορφή άλλη από την κρυσταλλική ζάχαρη, όπως το μέλι, να πωλούνται ως προϊόντα χωρίς ζάχαρη. Μάλιστα, τα προϊόντα αυτά πωλούνται πιο ακριβά, καθώς μαρκετάρονται ως πιο υγιεινά ή λιγότερο επεξεργασμένα από την κρυσταλλική ζάχαρη ή ως προϊόντα που περιέχουν φυσικά γλυκαντικά συστατικά, αν και η λευκή ζάχαρη παρά την επεξεργασία της συνεχίζει να είναι φυσικό προϊόν!
Με αυτή την παρερμηνεία τού τι είναι και τι δεν είναι ζάχαρη σαμποτάρεται η προσπάθειά μας για την επίτευξη μιας υγιεινής διατροφής, χαμηλή σε πρόσθετα σάκχαρα. Μάλιστα, το γεγονός αυτό μπορεί να επηρεάσει ιδιαίτερα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη, καθώς, πιστεύοντας ότι το τρόφιμο που καταναλώνουν δεν περιέχει ζάχαρη, υπάρχει κίνδυνος να καταναλώσουν μεγαλύτερη μερίδα και το σάκχαρο στο αίμα τους να ανέβει περισσότερο απ’ ό,τι θα περίμεναν και μακροχρόνια αυτό να εντείνει τις επιπτώσεις της νόσου.
Επομένως, τι μπορούμε να κάνουμε για να μειώσουμε πραγματικά την πρόσληψη ζάχαρης από τη διατροφή μας;
1. Είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε ποιες είναι οι πιθανές πηγές πρόσθετων σακχάρων. Τα γλυκά, οι σοκολάτες, κάποια αλκοολούχα ροφήματα, οι χυμοί, τα smoothies, τα αναψυκτικά, τα γιαούρτια με γεύσεις, η κέτσαπ, η μουστάρδα και οι έτοιμες σάλτσες είναι μερικά από τα τρόφιμα με πρόσθετα σάκχαρα. Ακόμη και αν τρόφιμο είναι χαμηλό σε λιπαρά ή χωρίς λιπαρά δεν σημαίνει ότι δεν περιέχει ζάχαρη!
2. Οι διατροφικές ετικέτες στο πίσω μέρος της συσκευασίας δεν μπορούν να πούνε ψέματα! Διαβάστε τις για να είστε σίγουροι για το προϊόν που αγοράζετε! Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις τροφίμων που στο μπροστινό μέρος της συσκευασίας αναγράφουν ότι το προϊόν δεν περιέχει ζάχαρη, ενώ, αν δούμε τη διατροφική ετικέτα, περιέχει σάκχαρα! Ένα παράδειγμα με την πιο παραπλανητική συσκευασία είναι μιας εταιρείας με το σλόγκαν «Παρατώ τη ζάχαρη» («I quit sugar»). Το προϊόν προς πώληση ήταν σιρόπι μαύρου ρυζιού, δηλαδή ζάχαρη!
3. Στη λεπτομέρεια κρίνεται ο πρωταθλητής! Συγκρίνετε τις διατροφικές ετικέτες των τροφίμων που θέλετε να αγοράσετε με όμοιά τους. Διαλέξτε το τρόφιμο με τα λιγότερα σάκχαρα. Είναι καλό να έχετε ως στόχο να μην ξεπερνάτε τα 30 γρ πρόσθετων σακχάρων ημερησίως.
4. Φτιάξτε το μόνοι σας. Μπορείτε να φτιάξετε στο σπίτι γλυκά και σάλτσες με λιγότερη ή καθόλου ζάχαρη! Για περισσότερη γεύση μπορείτε να βάλετε μπαχαρικά, όπως κανέλα.
5. Επιλέξτε το λιγότερο επεξεργασμένο τρόφιμο. Τα φρούτα, το γιαούρτι, και οι ξηροί καρποί αποτελούν ιδανικές λύσεις ως επιδόρπιο και σνακ.
6. Ρωτήστε! Σε πολλά ζαχαροπλαστεία και φούρνους πωλούνται τρόφιμα «για διαβητικούς» ή «χωρίς προσθήκη ζάχαρης». Για να είστε σίγουροι ρωτήστε με τι αντικαθιστούν τη ζάχαρη. Εάν χρησιμοποιούν μέλι, κάποιο σιρόπι ή (συμπυκνωμένο) χυμό φρούτων ή άλλα σάκχαρα, τότε το προϊόν περιέχει ζάχαρη!
Αν και τα σάκχαρα που υπάρχουν φυσικά σε τρόφιμα, όπως τα φρούτα και το γάλα, έρχονται μαζί με άλλα θρεπτικά συστατικά, όπως βιταμίνες, φυτικές ίνες, ασβέστιο και άλλα, τα πρόσθετα σάκχαρα είναι κενές θερμίδες. Δηλαδή, το μόνο που μας προσφέρουν είναι ενέργεια -υδατάνθρακες-, όχι όμως άλλα θρεπτικά συστατικά! Ακόμη και αν κάποια πηγή σακχάρων περιέχει θρεπτικά συστατικά, αυτά είναι σε πολύ μικρές ποσότητες για να έχουν σημασία!
Αν λάβουμε υπόψη την επίδραση της υπερκατανάλωσης σακχάρων στην υγεία και το σωματικό μας βάρος, τότε θα δούμε πόσο σημαντική είναι η μείωσή του στην καθημερινότητά μας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι απαγορεύεται κάποιο τρόφιμο που είναι πλούσιο σε σάκχαρα, αλλά είναι προτιμότερη η απόλαυσή του με μέτρο.