Πόσα φρούτα και λαχανικά «χωράνε» στη μέρα μας;
Συστήνεται η κατανάλωση τουλάχιστον 5 μερίδων (ή 400 γρ) φρούτων και λαχανικών ημερησίως.
Τα οφέλη της υψηλής κατανάλωσης φρούτων & λαχανικών είναι πολυάριθμα και αφορούν τη μακροζωία και την προστασία από χρόνιες ασθένειες, όπως ο διαβήτης, ο καρκίνος και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, μέχρι και τη διαχείρηση του σωματικού βάρους και τη βέλτιση λειτουργία του εντέρου. Παράλληλα, τα φρούτα & τα λαχανικά αποτελούν πηγές βιταμινών και φυτικών ινών!
Μάλιστα, μια μελέτη με δεδομένα 95 μελετών, με 2 εκατομμύρια συμμετέχοντες, βρήκε ότι η ημερήσια κατανάλωση 800 γραμμαρίων φρούτων και λαχανικών, σε σχέση με τη μη κατανάλωση, σχετιζόταν με 24% χαμηλότερο κίνδυνο για καρδιακές παθήσεις, 33% χαμηλότερο κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο, 28% χαμηλότερο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα, 13% χαμηλότερο κίνδυνο για καρκίνο και 31% χαμηλότερο κίνδυνο για πρόωρο θάνατο! Η κατανάλωση 200 γραμμαρίων φρούτων και λαχανικών, που αντιστοιχεί σε 2 ½ μερίδες, μειώνει τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά κατά 13%, ενώ στα 800 γρ. ο κίνδυνος είναι κατά 28% χαμηλότερος. Όσον αφορά τον καρκίνο, ο κίνδυνος μειώνεται κατά 4% με την κατανάλωση 200 γρ. φρούτων και λαχανικών, ενώ ο κίνδυνος για πρόωρο θάνατο μειώνεται κατά 15%!
Μάλιστα, οι ερευνητές αναγνώρισαν και τα φρούτα και λαχανικά που φαίνεται να σχετίζονται με μειωμένο κίνδυνο για εμφάνιση καρκίνου, καρδιακών νοσημάτων και εγκεφαλικών επεισοδίων. Χαμηλότερος κίνδυνος για καρκίνο σχετιζόταν με κατανάλωση πράσινων και κίτρινων λαχανικών και σταυρανθών, ενώ χαμηλότερος κίνδυνος καρδιαγγειακών σχετιζόταν με κατανάλωση μήλων, αχλαδιών, εσπεριδοειδών, σαλάτας, πράσινων φυλλωδών λαχανικών και σταυρανθών!
Τι μετράει ως 1 μερίδα φρούτου ή λαχανικού;
- 80 γρ φρούτου ή 1 μέτριο φρούτο
- 30 γρ αποξηραμένα φρούτα
- 150 ml χυμό (προσοχή: ανεξαρτητα από την καταναλισκόμενη ποσότητα χυμού μετράει ως 1 μερίδα)
- 80 γρ όσπρια (προσοχή: ανεξαρτητα από τηνκαταναλισκόμενη ποσότητα οσπρίων μετράει ως 1 μερίδα)
- 80 γρ λαχανικών
Πώς θα μπορέσουμε όμως να αυξήσουμε την ποσότητα φρούτων και λαχανικών στην ημέρα μας;
1. Συνοδεύουμε τα κύρια γεύματα με πολύχρωμες, γευστικές σαλάτες.
2. Προτιμάμε φρούτα για σνακ.
3. Τα λαχανικά, όπως το καρότο, το σέλερι και το αγγούρι, μαζί με χούμους ή γιαούρτι, είναι επίσης μια καλή επιλογή για σνακ.
4. Προσθέτουμε φρούτα (νωπά ή κατεψυγμένα) στο γιαούρτι μας.
5. Προσθέτουμε λαχανικά όπως ντομάτα, μαρούλι ή αβοκάντο στο τοστ και τα σάντουιτς.
6. Αντί για το κλασσικό τοστ μπορούμε να βάλουμε μπανάνα, μήλο και ταχίνι, ή αβοκάντο σε φρυγανισμένο ψωμί.
7. Η γλυκοπατάτα, σε αντίθεση με την πατάτα, μετράει στα λαχανικά! Μπορούμε να αναμείξουμε πατάτα και γλυκοπατάτα στο φαγητό ή και τον πουρέ.
8. Συνοδεύουμε το ψάρι, το κοτόπουλο και το κρέας πέρα από σαλάτα με λαχανικά, όπως αρακά ή φασολάκια πράσινα ή γλυκοπατάτα.
9. Στις κόκκινες σάλτσες προσθέτουμε λαχανικά, όπως μανιτάρια, πιπεριές, και κρεμμύδι.
10. Στο ρύζι μπορούμε να προσθέσουμε επιπλέον λαχανικά αρακά και καλαμπόκι, μανιτάρια, καρότο και μπρόκολο.
11. Τα μανιτάρια αποτελούν γευστικό συνοδευτικό πιάτων και μπορούν να προστεθούν σε πολλές συνταγές, σάλτσες και ομελέτες.
12. Επιλέγουμε σούπα με ποικιλία λαχανικών (πχ. κολοκυθόσουπα).
13. Προσθέτουμε όσπρια στις σαλάτες
14. Επιλέγουμε όσπρια και λαδερά τουλάχιστον 2 φορές την εβδομάδα, είτε σε κλασσικές συνταγές, είτε ως μπιφτέκια από όσπρια!
Η υψηλή κατανάλωση φρούτων & λαχανικών, χαρακτηριστικό της Μεσογειακής Διατροφής, είναι ευεργετική για την υγεία και τη μακροζωία & τελικά είναι πιο επιτεύξιμη απ' όσο αρχικά φαίνεται!
Χρήσιμες Πηγές:
Promoting fruit and vegetable consumption around the world
Last update/ Τελευταία ενημέρωση: 14/1/2020
Μύθοι για τη Διαιτολογία & τους Διαιτολόγους: Η διαιτολογία είναι η επιστήμη του αδυνατίσματος
Ένας από τους πιο κοινούς μύθους για την επιστήμη της διαιτολογίας-διατροφής είναι ότι είναι η επιστήμη του αδυνατίσματος, και επομένως η δουλειά των διαιτολόγων είναι να αδυνατίζουν τους πελάτες τους.
Η αλήθεια είναι μακράν διαφορετική. Αν ίσχυε αυτό θα λεγόμασταν αδυνατιστές, όχι διαιτολόγοι-διατροφολόγοι. Το αντικείμενο του διαιτολόγου είναι ευρύ, και μπορει να ασχοληθεί με την κλινική διατροφη, την αθλητική διατροφή, να απασχοληθεί στη βιομηχανία τροφίμων και τη δημόσια υγεία, και φυσικά την έρευνα, μεταξύ άλλων.
Στο γραφείο του διαιτολόγου δεν φτάνουν μόνο άτομα που θέλουν να χάσουν βάρος, αλλά και άτομα που πάσχουν από χρόνιες νόσους που σχετίζονται με τη διατροφή, όπως καρδιαγγειακά, υπέρταση, υπερχοληστερολαιμίες, νεφροπάθειες, καρκίνο, διαβήτη (Ι, ΙΙ, κύησης), σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, διατροφικές διαταραχές και άλλες νόσους και καταστάσεις (πχ. μετά από επέμβαση βαριατρικής).
Μάλιστα, ο ρόλος του διαιτολόγου-διατροφολόγου στην αντιμετώπιση ασθενειών κρίνεται απαραίτητος ως ενεργό μέλος της διεπιστημονικής ομάδας που παρακολουθεί τον εκάστοτε ασθενή.
Δυστυχώς, το μύθο ότι οι διαιτολόγοι είναι αδυνατιστές εκμεταλλεύονται πολλοί που παρουσιάζονται ως διαιτολόγοι ή δίνουν συμβουλές για απώλεια βάρους, χωρίς να έχουν καμία επιστημονική γνώση, θέτωντας σε κίνδυνο την υγεία των πελατών τους.
"The Association of Emotional Eating with Overweight/Obesity, Depression, Anxiety/Stress, and Dietary Patterns: A Review of the Current Clinical Evidence"
Dakanalis Antonios, Maria Mentzelou, Souzana K. Papadopoulou, Dimitrios Papandreou, Maria Spanoudaki, Georgios K. Vasios, Eleni Pavlidou, Maria Mantzorou, and Constantinos Giaginis. 2023. "The Association of Emotional Eating with Overweight/Obesity, Depression, Anxiety/Stress, and Dietary Patterns: A Review of the Current Clinical Evidence" Nutrients 15, no. 5: 1173. https://doi.org/10.3390/nu15051173
Background: Emotional eating is considered as the propensity to eat in response to emotions. It is considered as a critical risk factor for recurrent weight gain. Such overeating is able to affect general health due to excess energy intake and mental health. So far, there is still considerable controversy on the effect of the emotional eating concept. The objective of this study is to summarize and evaluate the interconnections among emotional eating and overweight/obesity, depression, anxiety/stress, and dietary patterns;
Methods: This is a thorough review of the reported associations among emotional eating and overweight/obesity, depression, anxiety/stress, and dietary patterns. We compressively searched the most precise scientific online databases, e.g., PubMed, Scopus, Web of Science and Google Scholar to obtain the most up-to-date data from clinical studies in humans from the last ten years (2013–2023) using critical and representative keywords. Several inclusion and exclusion criteria were applied for scrutinizing only longitudinal, cross-sectional, descriptive, and prospective clinical studies in Caucasian populations;
Results: The currently available findings suggest that overeating/obesity and unhealthy eating behaviors (e.g., fast food consumption) are associated with emotional eating. Moreover, the increase in depressive symptoms seems to be related with more emotional eating. Psychological distress is also related with a greater risk for emotional eating. However, the most common limitations are the small sample size and their lack of diversity. In addition, a cross-sectional study was performed in the majority of them; (4) Conclusions: Finding coping mechanisms for the negative emotions and nutrition education can prevent the prevalence of emotional eating. Future studies should further explain the underlying mechanisms of the interconnections among emotional eating and overweight/obesity, depression, anxiety/stress, and dietary patterns.
Η παρούσα έρευνα αποκαλύπτει την απρόσμενη σύνδεση μεταξύ των συναισθημάτων μας και του πώς, τι και πότε τρώμε. Στην πρόσφατή μας εργασία με τίτλο «The Association of Emotional Eating with Overweight/Obesity, Depression, Anxiety/Stress, and Dietary Patterns: A Review of the Current Clinical Evidence», αναλύεται η επίδραση του συναισθηματικού φαγητού στην υγεία μας, τόσο σωματική όσο και ψυχική.
Το συναισθηματικό φαγητό, ορίζεται ως η κατανάλωση τροφής ως απάντηση σε συναισθήματα, αντί για πραγματική πείνα. Αυτή η συμπεριφορά, που δεν αποτελεί διατροφική διαταραχή αλλά μια διατροφική συνήθεια, μπορεί να επηρεάσει την υγεία μας με πολλούς τρόπους.
Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι το συναισθηματικό φαγητό μπορεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για την αύξηση βάρους και την εμφάνιση ψυχολογικών προβλημάτων, όπως ηκατάθλιψη, το άγχος και το στρες. Το συναισθηματικό φαγητό συχνά χρησιμοποιείται ως μηχανισμός αντιμετώπισης αρνητικών συναισθημάτων, με τις προτιμώμενες τροφές να είναι συνήθως ενεργειακά πυκνές, φτωχές σε θρεπτικά συστατικά και ιδιαίτερα νόστιμες.
Η εργασία εξετάζει επίσης τη συσχέτιση του συναισθηματικού φαγητού με την παχυσαρκία, την κατάθλιψη και τα διατροφικά πρότυπα. Υπογραμμίζει την αμφίδρομη σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και των ψυχολογικών παραγόντων, με την παχυσαρκία να μην προκαλεί μόνο σωματικές ασθένειες, αλλά και να συνδέεται με ψυχολογικές διαταραχές και κοινωνικά προβλήματα, όπως χαμηλή αυτοεκτίμηση, κατάθλιψη και κοινωνικό στίγμα.
Το συναισθηματικό φαγητό έχει θετική σχέση με την αύξηση βάρους με την πάροδο του χρόνου και τη δυσκολία στην απώλεια βάρους. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι τα άτομα που τρώνε συναισθηματικά είναι πιο επιρρεπείς σε μεγαλύτερη κατανάλωση τροφών με ζάχαρη και υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, τρώνε ως απάντηση σε στρεσογόνους παράγοντες και καταναλώνουν σνακ πιο συχνά σε σύγκριση με όσους δεν τρώνε συναισθηματικά. Επιπλέον, συχνά αισθάνονται αρνητικά συναισθήματα σχετικά με τη σωματική τους εμφάνιση αμέσως μετά το φαγητό. Αυτές οι διατροφικές συμπεριφορές σε συνδυασμό με το αυξημένο σωματικό βάρος θέτουν τα άτομα εκείνα σε υψηλότερο κίνδυνο διαβήτη και καρδιακών παθήσεων.
Η εργασία καταλήγει τονίζοντας τη σημασία της εύρεσης μηχανισμών αντιμετώπισης των αρνητικών συναισθημάτων και της διατροφικής εκπαίδευσης για την πρόληψη της επικράτησης της συναισθηματικής διατροφής. Είναι ζωτικής σημασίας να κατανοήσουμε και να αντιμετωπίσουμε αυτή τη συμπεριφορά, ώστε να μπορέσουμε να ζήσουμε πιο υγιεινά και ισορροπημένα
Το άρθρο είναι ελεύθερο προς ανάγνωση στη σελίδα του επιστημονικού περιοδικού εδώ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στους συγγραφείς.
Κρύο τσάι του εμπορίου: πότε είναι όντως χωρίς ζάχαρη;
Όπως και με τα παγωτά χωρίς ζάχαρη, έτσι και τα κρύα τσάγια χωρίς ζάχαρη κάνουν την εμφάνισή τους. Υπάρχουν όμων δύο ειδών ροφήματα “χωρίς ζάχαρη”. Εκείνα που όντως δεν περιέχουν ελεύθερα σάκχαρα & εκείνα που διαφημίζουν ότι δεν περιέχουν ζάχαρη, αλλά εννοούν ότι δεν περιέχουν την κοινή λευκή ζάχαρη (ή αλλιώς σακχαρόζη).
Κάθε χρόνο μάλιστα παρατηρώ όλο και κάποιο τσάι να αναγράφει ότι δεν έχει ζάχαρη, αλλά “φρουκτόζη & σάκχαρα #φρούτων”. Και τα δύο ανήκουν στα ελεύθερα σάκχαρα (ζάχαρη). Αν απομονώσουμε τα σάκχαρα των φρούτων δεν παίρνουμε μαζί και τα θρεπτικά συστατικά του φρούτου. Επίσης, η υψηλή κατανάλωση φρουκτόζης από πηγές όπως ροφήματα και αναψυκτικά σχετίζεται με αρνητική επίδραση στα λιπίδια του αίματος & τη λιπώδη διήθηση του ήπατος, ενώ καλό είναι να αποφεύγεται η χρήση της από τους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη.
Ομοίως, τα τσάγια “με στέβια” δεν σημαίνει ότι είναι “χωρίς ζάχαρη”. Πολλές φορές & αυτά περιέχουν και στέβια & ζάχαρη!
Ουσιαστικά αυτά τα ροφήματα έχουν ελεύθερα σάκχαρα! Δηλαδή, είναι σαν να λέμε “δεν πίνω καθόλου αλκοόλ, μόνο κρασί”.
Τι να προτιμήσω;
Τα κρύα ροφήματα τσαγιού, όπως και τα αναψυκτικά περιέχουν υψηλές ποσότητες ζάχαρης (ελευθέρων σακχάρων), που τις περισσότερες φορές ξεπερνούν την συνιστώμενη ποσότητα για ημερήσια πρόσληψη ζάχαρης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Από τη στιγμή που υπάρχουν ροφήματα χωρίς ελεύθερα σάκχαρα (με ασφαλή για κατανάλωση γλυκαντικά), και με εξίσου ωραία γεύση, μπορούμε να τα επιλέξουμε!
Πώς θα τα ξεχωρίσω;
Ο πιο εύκολος τρόπος για να επιλέξουμε τσάι χωρίς ελεύθερα σάκχαρα είναι να δούμε στην ετικέτα ότι περιέχει μηδαμηνές θερμίδες (συνήθως 0-3 kcal).
Μη ξεχνάτε ότι ειναι πολύ εύκολο να φτιάξουμε και μόνοι μας κρύο τσάι! Απλώς φτιάξτε το τσάι της επιλογής σας, προσθέστε γλυκαντικό, αν θελετε και αφήστε το να κρυώσει στο ψυγείο!